Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Τάσος Ψωμόπουλος






Μεσουρανούσε την χρυσή εποχή της  βιντεοκασέτας , εκεί που τον αγάπησε το ευρύ κοινό. Ηθοποιός με ομαδικό πνεύμα χαρακτηριστικός για το ύψος του και το στραβό χαμόγελο. Ο Τάσος Ψωμόπουλος αφού έπαιξε σε 152 ταινίες, δούλεψε ασταμάτητα  για πάνω από 43 χρόνια  κυρίως ως ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς σε Β ρόλους απολαμβάνει στα 72 του την ζωή του συνταξιούχου πίσω στην γενέτειρα , την Θεσσαλονίκη και μοιράζεται τον χρόνο του στις γειτονίες των παιδικών του χρόνων με παλιούς φίλους και στο εξοχικό του.

του Γ.ΤΣΙΤΙΡΙΔΗ





Που γεννήθηκες και μεγάλωσες;

Γεννήθηκα το 1942 στην Ευαγγελίστρια, Θεσσαλονίκη. Μεγάλωσα φτωχικά , οι  γονείς πρόσφυγες από Μ. Ασία, η Ευαγγελίστρια ήταν γεμάτη πρόσφυγες τότε. Έμεινα ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία η μάνα δούλευε,  η γιαγιά έκανε την μάνα στο σπίτι τέτοια πράγματα.

Αδέλφια δεν έχεις ;

Μοναχοπαίδι είμαι, δεν πρόλαβαν, το 1942 γεννήθηκα το 1944 σκοτώθηκε ο πατέρας μου. Ήταν στρατιωτικός γιατρός και έβγαινε με έναν συνάδελφό από το 424  στρατιωτικό νοσοκομείο. Πυροβόλησαν  τον συνάδελφο και τώρα θες από φόβο από την ταραχή έσκασε η χολή του πατέρα μου και σε μερικές μέρες πέθανε και αυτός.

Πότε σκέφτηκες ότι ήθελες να γίνεις ηθοποιός;

Η γιαγιά μου είχε μια ραπτομηχανή η οποία είχε καπάκι. Χωρίς να έχω δει ποτέ στην ζωή μου θέατρο, χωρίς να ξέρω τι είναι κουκλοθέατρο ή μαριονέτες, το γύριζα ανάποδα για να το κάνω θεατρική σκηνή, το πριόνιζα έβαζα σχοινί και κάτι κούκλες και τις κουνούσα και έδινα την δική μου παράσταση. Κάπως έτσι ξεκίνησα. Ήμουν και από μικρός αστείος, έκανα μιμήσεις. Όταν τελείωσα το σχολείο έδωσα εξετάσεις στην ιατρική, δεν πέρασα. Στεναχωρήθηκα. Είχα κάτι γείτονες ηθοποιούς και μου λένε τι κάθεσαι και στεναχωριέσαι να πάς στην Δραματική σχολή. Μου δώσανε κάποια κομμάτια τα έμαθα έκανα την απαγγελία και μπήκα στην σχολή του Κυριαζή Χαρατζάρη που ήταν εκείνη την εποχή στην Τσιμισκή.

Στην συνέχεια πως βρέθηκες από την Θεσσαλονίκη να παίζεις στους μεγάλους θιάσους της πρωτεύουσας;

Το 1963 στο Στρατιωτικό θέατρο  που ήταν δίπλα από το σημερινό αρχαιολογικό μουσείο ένα πολύ ωραίο κτίριο τώρα το έχουν κατεδαφίσει έπαιζε ο Παπαγιανόπουλος και θέλανε έναν ηθοποιό, ο δάσκαλος έστειλε εμένα, έπαιξα μαζί τους και με πήραν μετά στην Αθήνα όπου συνεχίστηκε το έργο και όταν τελείωσε η σεζόν γύρισα και πάλι πίσω. Το 1964 ήταν στην πόλη ο θίασος του Σταυρίδη με την Καλουτά και άλλους και πεθαίνει ο θεατρικός επιχειρηματίας του θιάσου. Πάω στην κηδεία είναι όλοι αυτοί οι ηθοποιοί εκεί με βλέπει μια υποβολέας μου λέει γρήγορα έλα να σε πάω στον Σταυρίδη γιατί έφυγε ο Πέτρος Φυσούν είχαν διαφωνίες και μάλωσαν και ζητάνε αντικαταστάτη. Τελειώνει η κηδεία με παίρνει πάμε στο Βασιλικό θέατρο και αρχίζω πρόβες. Με πλησιάζει η Kαλουτά και μου λέει “έβγαλες δραματική σχολή;” της λέω “ναι του Xαρατζάρη” μου λέει “δεν έβγαλες καμία σχολή εδώ πάνω τώρα είναι η σχολή”. Κάναμε ατελείωτες πρόβες για να είμαστε γρήγορα έτοιμοι και πράγματι είχα σκίσει σε εκείνη την παράσταση. Έπαιζα όλο το χειμώνα αλλάξαμε και έργο μέσα στην σεζόν, με πήραν πήγαμε και περιοδεία και μετά ο Σταυρίδης με πήρε μόνιμα στην Αθήνα μου λέει θα μείνεις εδώ μαζί μου δίπλα μου και  όντος έκτοτε έζησα όλα τα χρόνια στην Κυψέλη που τότε μένανε πάρα πολλοί του καλλιτεχνικού χώρου εκεί. Αυτό ήταν το ξεκίνημα μου.


Έπαιζες πάντα δεύτερους ρόλους, δεν σου έμεινε παράπονο η απωθημένο να γίνεις πρώτο όνομα;

Ήμουν πολύ καλός δεύτερος ηθοποιός. Οι μεγάλοι ηθοποιοί συχνά τότε και τώρα ακόμα, παίζουν κάποιους ρόλους κάνουν τις μεγάλες επιτυχίες και μετά δεν έχουν δουλειά γιατί δεν τους φωνάζουνε. Εγώ σαν δεύτερος ήμουν πάντα απαραίτητος και έτσι ποτέ δεν έμεινα από δουλειά. Ο  Καραγιάννης κάποτε μου είπε ότι δεν θα γίνεις ποτέ πρώτος γιατί είσαι μαλάκας. Εννοούσε ότι βοηθούσα έναν συνάδελφο να αναδειχτεί, αν μπορούσα του έδινα λόγια μου να πει αυτός  και ήμουν πολύ της ομάδας. Οπότε ο Καραγιάννης λέει «κάτσε όπως είσαι μην ζητάς παραπάνω πράγματα, έτσι θα έχεις πάντα δουλειά» και τον άκουσα. Έπαιξα με όλους τους μεγάλους Σταυρίδη, Παπαγιανόπουλο Ευθυμίου, Φωτόπουλο, Ηλιόπουλο, Αυλωνίτη, Ρίζο, Βλαχοπούλου, Σαπουντζάκη

Τώρα πόσο ετών είσαι;

Πάω στα 74

Πότε  σταμάτησες να παίζεις;

Το 2004 και η τελευταία μου δουλειά στο θέατρο ήταν «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Ευγένιου Ο Νήλ στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.

Θα ήθελες να παίζεις μέχρι σήμερα;

Όχι όχι με τίποτα ήθελα να φύγω. Το 2002 είχα βγει στην σύνταξη και με κράτησε ο Βουτσινάς για να παίξω στον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν» και έγινα ένας κινέζος ίδιος, μετά μου ζήτησε να παίξω στο έργο του ο Νήλ στην Ηλέκτρα δηλαδή. Όταν τελείωσε με ήθελε και για την συνέχεια και του λέω «Αντρέα δεν θέλω άλλο κουράστηκα»

Πόσες ταινίες έχεις κάνει θυμάσαι;

Έχω παίξει σε 152 ταινίες  με πρώτη το Ομορφόπαιδα με τον Σταυρίδη το ξεκίνημα μου στο σινεμά το χρωστάω στον Ορέστη Λάσκο

Θεατρικά πόσα έχεις κάνει;

43 χρόνια ανελλιπώς δεν σταμάτησα καθόλου έπαιξα τα πάντα με τους πάντες με τελευταίο σταθμό το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.


Βλέπεις κανέναν από τους παλιούς συναδέλφους , έχετε επαφή;

Πολλοί φύγανε δεν ζούνε πια. Με τον Στάθη Ψάλτη κανένα τηλεφώνημα που και που, με τον Γιώργο Κωνσταντίνου κάναμε παρέα όταν ερχόταν στην Θεσσαλονίκη. Από το 2004 που επέστρεψα στην πόλη δεν πήγα να δω θέατρο. Βλέπω μια μέρα τον Κωνσταντίνου σε ένα βενζινάδικο μου λέει “τι κάνεις Τάσο που είσαι  είμαι εδώ και παίζω στο θέατρο” και έτσι πήγα και είδα την παράσταση και κάναμε παρέα.

Τηλεόραση έκανες;

Είμαι από τους πρώτους που παίξανε στην τηλεόραση. Η τηλεόραση παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης το 1966 και κάναμε τότε την παρουσίαση και έπαιξα στα πρώτα παιδικά θέατρα όταν πλέον η τηλεόραση έγινε ΥΕΝΕΔ  και πήγε στην γεωργική υπηρεσία στρατού. Ήμουν από αυτούς που ξέρανε να κάνουν τηλεόραση.  Ο Αλέκος Σακελάριος με είχε μαζί του μέχρι το τέλος σε ότι και αν έκανε. Από εκεί με βλέπανε σκηνοθέτες και παραγωγοί και με παίρνανε έτσι από δουλειά σε δουλειά. Μπήκα στην ΕΡΤ μετά και έκανα εκτός από τα παιδικά και σειρές.

Πως ήταν εκείνη η εποχή φαντάζομαι πιο εύκολη με τώρα, είχατε δουλειές άνθιζε το επάγγελμα;

Εγώ  πάντα δούλευα γιατί γινόμουν πολύ φίλος με όλους ήμουν πολύ της παρέας και αγαπητός. Αυτό ήταν και κακό βέβαια γιατί δεν μπορούσα να έχω απαιτήσεις μετά όμως είχα πάντα κολλητούς. Ακόμα και δουλειά να μην είχα υπήρχε ένας επιχειρηματίας στην επαρχία ο οποίος μου έλεγε αν δεν έχεις δουλειά πάρε με απλά ένα τηλέφωνο. Αν έβλεπα ότι ξέμενα τηλεφωνούσα και με έβαζε σε κάποια δουλειά η έκανε μια παραγωγή εξ ολοκλήρου πάνω μου. Τότε ήταν πολύ πιο εύκολα τα πράγματα και ήταν πολλές οι παραγωγές.

Έζησες και την χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας

Εκεί πλέον  όποιος ήθελε να κάνει βιντεοκασέτα μ έπαιρνε τηλέφωνο, το κάτι άλλο.


Από τις οποίες πολλές ήταν αρπαχτές…

Ναι και έπαιξα σε πολλές από αυτές τις αρπαχτές που της έβλεπα μετά και έλεγα τι έκανα και ένιωθα ντροπή και όμως έβλεπα ότι ακόμα και αυτές άρεσαν πολύ. Κάποιες από αυτές ήταν και καλές μείνανε κλασσικές και ο κόσμος της ζητάει και θα της ζητάει πάντα. Βγήκαν  μετά και σε dvd και είχαν απήχηση, αλλά πολλές από αυτές ήταν γυρισμένες στο πόδι. Εκείνη την εποχή όποιος είχε λίγα λεφτά έκανε μια κασέτα. Υπάρχει μια ταινία η υπόθεση της οποίας είναι για ένα χασάπη που γίνεται παραγωγός. Αυτό δεν ήταν ένα φανταστικό σενάριο ήταν πραγματικότητα. Άλλοι για να πουλήσουν μούρη, άλλοι για να πηδήξουν βάζανε κάποια λεφτά και γινόντουσαν παραγωγοί. Από ένα σημείο και μετά το είχανε εντελώς ξεφτιλίσει.  Είχε βγει πάρα πολύ σκουπίδι πολύ σαβούρα. Οι καλές που ξεχώρισαν και χαίρομαι που έπαιξα σ αυτές ήταν του Καραγιάννη από της οποίες αναδύθηκαν και κάποιοι ηθοποιοί. Προσπαθούσα να κάνω  καλές δουλειές να βγαίνει ωραίο το αποτέλεσμα.


Είναι αλήθεια αυτά που ακούμε ότι  τα γυρίσματα κρατούσαν 3 μέρες;

Κοίτα να δεις για παράδειγμα ο Μουστάκας που έπαιζε πολύ καζίνο ήταν πολύ της αρπαχτής τότε. Τον φωνάζανε πήγαινε για 5 γυρίσματα 2-3 μέρες όπως λες για να μπορεί να έχει χρήματα. Τα έπαιζε και μετά πάλι από την αρχή.

Ποια ήταν η αμοιβή για την κάθε ταινία;

Ανάλογα την ταινία και το όνομα  μπορεί 1 εκ δραχμές  και παραπάνω. Φαντάσου ότι 500 με 600 χιλιάδες έπαιρνα εγώ για κάθε ταινία και με προτιμούσαν γιατί ήμουν πιο οικονομικός. Οι  κοντοί δεν πήγαιναν με λίγα λεφτά, ας πούμε για παράδειγμα ο Ρίζος και δίνανε σε εμένα τους ρόλους. Κάλυπτα ρόλους κοντών.


Τότε πολύς κόσμος γνώρισε μεγάλες δόξες και μετά βρέθηκε στην ανεργία και σε δύσκολη οικονομική κατάσταση σε αντίθεση με εσένα.

Δεν  ξέρανε να κρατάνε τα λεφτά τους, τα ξόδευαν όλα και επίσης ήταν και το θέμα ότι πολλοί δούλευαν στυλ οικοδομή έχει δουλειά σήμερα θα πάω μαύρα και ότι βγάλουμε χωρίς ένσημα. Εγώ κολλούσα πάντα ένσημα είχα προνοήσει γ αυτό. Οι παραγωγοί τότε αν δεν πήγαινε καλά η δουλειά  δεν πλήρωναν ούτε τους μισθούς και φυσικά ούτε τα ένσημα. Πήγαινα τότε και έλεγα πόσα είναι για να μου κολλήσεις ένσημα πάρτα τα βάζω από την τσέπη μου αρκεί να έχω ένσημα. Το σκεφτόμουν και το έβλεπα ότι δεν θα είναι πάντα έτσι. Ο Χατζηχρήστος ο Mπάρκουλης η Mπέλου δεν είχαν ένσημα. Το 1992-94  με υπουργό την Μελίνα Μερκούρη ήμουν γενικός γραμματέας του Σωματείου μας και βγάλαμε ένα κονδύλι για να δώσουμε σε κάποιους να εξαγοράσουν τα ένσημα τους.  O Χατζηχρήστος και ο Μπάρκουλης τα πήρανε και τα φάγανε η Μπέλου τα έπαιξε σε ένα βράδυ σε μια ζαριά.

Τώρα τα καλλιτεχνικά τα παρακολουθείς;

Όχι δεν πάω θέατρο δεν βλέπω τηλεόραση τίποτα δεν μ αρέσει δεν με τραβάει. Δεν είναι αυτοί ηθοποιοί όπως ήμασταν εμείς.

Τι είχατε εσείς που δεν υπάρχει τώρα;

Τότε ακόμα και αυτός που θα έκανε πέρασμα και θα είχε ένα μικρό ρόλο ήταν πάρα πολύ καλός. Τώρα ο καλός αντε να παίξει όπως αυτόν που κάνει το πέρασμα.

Πες μου για την μεγάλη σου επιτυχία την ταινία  «Οι κόπανοι»

Το 1987 ο Καραγιάννης με τον Κωνσταντίνου αποφάσισαν να κάνουν αυτήν την ταινία μας μαζέψανε λένε θα κάνουμε αυτό και αυτό θα είναι έτσι το σενάριο κτλ και δέχτηκα. Η ταινία πήγε και στο φεστιβάλ κινηματογράφου αλλά στο πληροφοριακό τμήμα δεν πέρασε στο διαγωνιστικό. Παρ όλα αυτά έσκισε. Παιζότανε στον κινηματογράφο Αλέξανδρο και είχε ουρές σε κάθε προβολή.

Έζησες πολλά χρόνια Αθήνα όμως τελικά επέστρεψες εδώ δεν σου λείπει η πρωτεύουσα;

Όχι να σου πω την αλήθεια, παρόλο που μ αγάπησε πολύ ο κόσμος ένιωθα πάντα ξένος εκεί όταν πλησίαζαν τα χρόνια να βγω στην σύνταξη και ανέβηκα για να παίξω στο Κρατικό θέατρο είπα δεν ξαναπάω στην Αθήνα.

Οικογένεια έκανες;

Ναι έκανα και δυο παιδιά ένα αγόρι και ένα κορίτσι βλέπανε τις ταινίες τα θεατρικά μου τα παρότρυνα πολύ να ασχοληθούν με την υποκριτική θα μου άρεζε δεν θα είχα πρόβλημα αλλά δεν θέλανε.

Τώρα πως περνάει η μέρα σου;

Πάω στο Προ-πο, στον κουρέα εδώ στην γειτονία, μπαινοβγαίνω στα σούπερ μάρκετ για να περάσει η ώρα, πειράζω τα κορίτσια λέω αστεία.

Δεν θα ήθελες να είσαι κάπου να παίζεις;

Μου προτείνανε πολλές δουλειές είπα όχι. Από το 1964 παίζω φτάνει. Κάποτε εμείς λέγαμε από μέσα μας αντε να πεθάνει αυτός να παίξουμε και εμείς. Εγώ έφυγα μόνος μου δεν θέλω να πεθάνω για να έρθει η σειρά να παίξουν άλλοι στην θέση μου .


 πρώτη δημοσίευση http://www.lifo.gr/team/gnomes/60410

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου